Η άνοδος και η πτώση ενός πρίγκιπα (διήγημα) του Αριστείδη Αρχοντάκη
Με τον Γιώργο είχαμε πολλά κοινά, ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που τον επέλεξα σαν φίλο το 1987, στα πρώτα χρόνια φοίτησης στη σχολή. Στην κοψιά, ήμασταν ένα μπόι, ίσως αυτός ήταν έναν αέρα πιο ψηλός, πλησίαζε το 1,80, και λίγο πιο αδύνατος. Η κόμη που τότε κι οι δύο διατηρούσαμε σύμφωνα με τη μόδα, κατέληγε σε μια ελαφριά χαίτη στο πίσω μέρος της κεφαλής. Πολλές φορές οι συμφοιτητές που δεν μας γνώριζαν αρκετά, μας μπέρδευαν και εν κατακλείδι δεν ήταν λίγες οι φορές που ο ένας έπαιρνε άθελα του τη θέση του άλλου. Ενίοτε είχαμε και κοινές επιτυχίες στις κοπέλες, δίχως ποτέ αυτό να σταθεί λόγος παρεξήγησης. Αυτό που τόνιζε την ομοιότητα, ήταν ότι συν τοις άλλοις είχαμε κι οι δυο, δίδυμες αδελφές. Ιδιότυπη και άκρως δύσκολα διαχειρίσημη κατάσταση και για τους δυο μας.
Η αδελφή του Γιώργου ήταν το μαύρο πρόβατο της οικογενείας, που την είχε τύποις αποκληρώσει, μετά το φευγιό της από το σπίτι και το γάμο με τον αγαπημένο της. Μόνο με τον αδελφό της διατηρούσε στα κρυφά σχετικά καλές σχέσεις. Ο Γιώργος συγκέντρωσε έτσι όλη την εύνοια της μητρός, κι ένα παραπάνω τώρα που ξεκινούσε ανώτερες σπουδές. Η οικογένεια νοίκιαζε μια παλιά μονοκατοικία στους Αμπελόκηπους , με χωμάτινη αυλή και δύο λεμονιές που συνέχιζαν να ανθίζουν και να μοσχομυρίζουν σαν από αντίδραση, στην μολυσμένη ατμόσφαιρα της πρωτεύουσας. Πολύ κοντά στο σπιτικό, βρισκόταν κι η οικογενειακή επιχείρηση. Ένα παντοπωλείο-μανάβικο, από το οποίο δεν έλειπε και ο ημερήσιος τύπος, η διακίνηση και η απογραφή του οποίου γινόταν από το Γιώργο αρχικά. Ο πατέρας ήσυχος και πράος δεν έκανε εν γένει έντονη την παρουσία του, η οικογένεια του Γιώργου ήταν μητριαρχική.
Με το πέρας του πρώτου έτους φοίτησης και έχοντας κάποιες οικονομίες, ανέβηκα για λίγες μέρες επίσκεψη στο Γιώργο. Για μένα έναν νησιώτη, που το καλοκαίρι είχα τη θάλασσα στα πόδια μου, ήταν ανείπωτο βάσανο η τρίωρη διαδρομή με τη συγκοινωνία για να πάμε να κάνουμε ένα μπάνιο στη ταπεινή Λούτσα. Στην παρέα ήταν κι αδελφή του Μαρία, μαζί με ένα κορίτσι που γυρόφερνε το Γιώργο στη γειτονιά, κομμώτρια στο επάγγελμα. Οι δύο κοπέλες επισκέφτηκαν τον Γιώργο μετέπειτα και στην πόλη φοίτησης. Και τότε διέκρινα στον Γιώργο έναν κυνισμό στη συμπεριφορά του έναντι της Λένας της κομμώτριας. Άρχισε να κοκορεύεται στις παρέες των συνομήλικων του και σε μένα, για τις ερωτικές του επιδόσεις, που δυστυχώς δεν έκρυβαν κανένα αίσθημα. Ο Γιώργος αρεσκόταν στα νυχτοπερπατήματα και την οινοποσία σαν φοιτητής. Δεν παρέλειψε να δουλέψει στο κυλικείο του πανεπιστημίου, ώστε να υποστηρίξει οικονομικά τις νυχτερινές κραιπάλες. Είχε μια έφεση στην κατανάλωση αλκοόλ. Αρχικά η μπύρα απαραίτητα συνόδευε το μεσημεριανό του. Με το φαγητό δεν τα πήγαινε και πολύ καλά, ορισμένες φορές διέκρινα μια δυσκολία στην κατάποση, πιθανώς ψυχογενούς προέλευσης. Έχοντας αρβανίτικη καταγωγή ήταν δηλωμένος κρεατοφάγος και τις μεταμεσονύχτιες ώρες λάτρης του πατσά και των γαρδουμπών.
Την δεύτερη φορά που τον επισκέφτηκα στην Αθήνα, είχαν μετακομίσει σε ένα ευρύχωρο διαμέρισμα πάνω ακριβώς από το μαγαζί. Η μονοκατοικία είχε προ πολλού πάψει να αντιστέκεται και είχε δοθεί προς αντιπαροχή. Εκείνο το καλοκαίρι και ελπίζοντας να μαζέψει περισσότερα χρήματα, ο Γιώργος έπιασε δουλειά σε μεγάλο σούπερ μάρκετ, έχοντας τον τιμητικό τίτλο του φοιτητή μόνο στα χαρτιά. Του κακοφάνηκε το φόρτωμα ξεφόρτωμα κιβωτίων, δουλειές που συνάδουν με τα νιάτα αλλά δυστυχώς και με τα δυνατά μπράτσα. Κοιτάζοντας τα πολιτιστικά στην αγαπημένη του Καθημερινή της Βλάχου, ενημερώθηκα κι εγώ για τα κοντινά μουσεία σύγχρονης τέχνης τα οποία ήταν επισκέψιμα εκείνη την περίοδο, καθώς και για το πρόγραμμα παραστάσεων στο Ηρώδειο. Παρά τις παραινέσεις μου σε φίλους και γνωστούς δεν κατάφερα να βρω παρέα να με συνοδέψει, και μάλιστα με αντιμετώπιζαν σαν να έχω έρθει από άλλο πλανήτη, κι όχι σαν νέο που διψά για πολιτιστική ζωή.
Ο Γιώργος συμμεριζόταν τη δεξιά πολιτική θωριά στα πράγματα, παρότι σαν φοιτητής εκφραζόταν σατυρικά, όπως κι οι υπόλοιποι νεολαίοι, για την τότε πολιτική ζωή των Μητσοτάκη-Παπανδρέου. Με τα αθλητικά το άλλο προσφιλές θέμα συζητήσεων, δεν ασχολούταν καθόλου και ούτε ποτέ έδειξε ιδιαίτερη έφεση ως προς κάποια αθλητική δραστηριότητα. Στην Αθήνα είχε ως μέντορα έναν γείτονά τους συνταξιούχο μουσικό, που του είχε δείξει τα πρώτα βήματα σε αναγνώσματα της κλασσικής λογοτεχνίας. Σαν φοιτητής παρ’ όλα αυτά, διάβαζε πυρετωδώς τα βιβλία τσέπης μυστηρίου της Αγκάθα Κρίστι. Του άρεσε εν γένει η δράση και το μυστήριο. Μαζί του είχα παρακολουθήσει αρκετές ταινίες της φοιτητικής κινηματογραφικής λέσχης, οι οποίες συνήθως προβάλλονταν μεταμεσονύχτια, σε ένα σινεμά που η ειρωνεία ήταν ότι στις κανονικές του προβολές έπαιζε τσόντες.
Σαν φοιτητής καθώς ήταν ευφυής, κατάφερε να αποφοιτήσει από μια απαιτητική σχολή θετικών επιστημών, με μια σχετικά μικρή παράταση του χρόνου. Ακολούθησε το στρατιωτικό του στην αεροπορία, όπου μετά μια σύντομη βασική εκπαίδευση στην Τρίπολη, και με τις γνωριμίες της μητρός σε στρατηγούς και πολιτικά κρατούντες, υπηρέτησε το υπόλοιπο της θητείας στο Πεντάγωνο, μια ανάσα από το σπίτι του, όπου και διανυκτέρευε τα βράδια.
Ξαναβρεθήκαμε στην δική μου ορκωμοσία στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου όπου ως έκπληξη ξαναείδα και την Λένα να τον συνοδεύει. Ήταν μια διαφορετική Λένα, καθώς είχε βάλει αρκετό βάρος, λες και την είχαν καταβάλει οι στενοχώριες. Εκείνη τη μέρα έδειχνε ενθουσιασμένη από τα φανταράκια με τις χακί στολές και το περιβάλλον του στρατοπέδου.
Η στεναχώρια επισκίασε μετέπειτα και τη ζωή του Γιώργου, όταν ο πατέρας του έχασε τη ζωή του χτυπημένος από μια μηχανή, καθώς προσπαθούσε να διασχίσει το δρόμο της γειτονιάς. Ο Γιώργος μένοντας και συμβιώνοντας αποκλειστικά με την μητέρα του, αποφάσισε να ασχοληθεί με την παραπαιδεία σαν επάγγελμα, κλείνοντας έτσι την οικογενειακή επιχείρηση από την οποία για χρόνια κέρδιζαν τα προς το ζην. Η μητέρα του που γερνούσε αντιμετωπίζοντας διάφορα παθολογικά προβλήματα, εξακολουθούσε να ασκεί μια καταπιεστική εξουσία πάνω του. Στα τελευταία της, έχοντας μειωμένη όραση και ακοή, κατάφερε να αποκτήσουν ένα ιδιόκτητο διαμέρισμα σε καλή συνοικία των Αθηνών, εξανεμίζοντας ταυτόχρονα και τις εναπομείναντες οικονομίες χρόνων σκληρής δουλειάς.
Ήταν η χρονιά που ο κόσμος ποντάριζε αλόγιστα τα χρήματα του στο χρηματιστήριο, και που οι τράπεζες μοίραζαν αφειδώς καταναλωτικά δάνεια, όταν ο Γιώργος με επισκέφτηκε για διακοπές στο νησί και έκατσε αρκετά μπορώ να πω. Στις νυχτερινές βόλτες στα μπαρ του παραλιακού μετώπου, διέκρινα σ’ αυτόν μια δυσκολία στην προσέγγιση του άλλου φύλου, μια κατά κάποιον τρόπο ατζαμοσύνη. Όταν μου μίλησε ότι πλέον αναζητούσε στην πρωτεύουσα σύντροφο μέσω κλαμπ γνωριμιών, κατάλαβα ότι υπήρχε όντως μια δυσκολία στην προσέγγιση. Ο Γιώργος είχε αρχίσει, πράγμα που γινόταν αμέσως αντιληπτό, να πίνει ασύστολα. Το μπουκάλι ουίσκι στο σπίτι του δεν έβγαζε τις τρεις μέρες όπως έλεγε. Του έκανα την παρατήρηση να το ελέγξει κάπως όλο αυτό, κι αυτός μου αντέτεινε ότι κι εγώ κάπνιζα αρειμανίως και έπρεπε να το μειώσω. Οι κοκκινίλες στο πρόσωπο του, δήλωναν μια ένταση εσωτερική, κιλά δεν είχε βάλει, εξακολουθούσε να μην τρώει πολύ. Όπως έμαθα στην συνέχεια, ο Γιώργος κανόνισε και άλλα ταξίδια, στο εξωτερικό αυτή τη φορά, όπως την Ταϋλάνδη όπου άνθιζε ο σεξοτουρισμός.
Μετά η ζωή του πήρε την κάτω βόλτα. Εισάγετε εσπευσμένα, και με αμέλεια δική του καθυστερημένα στο νοσοκομείο, μετά από έμφραγμα. Γίνεται απόφραξη αρτηριών με «μπαλονάκι» και ο Γιώργος μπαίνει στα σαράντα υπό αυστηρή ιατρική παρακολούθηση. Η μητέρα του πεθαίνει ξαφνικά, αφήνοντάς τον ολομόναχο πλέον σε ένα σπίτι που ακόμα δεν έχει ξεχρεωθεί και σε μια κοινωνικοπολιτική κατάσταση επισφαλή. Ο Γιώργος στις αρχές της οικονομικής κρίσης το 2009 παίρνει απονενοημένες εργασιακές πρωτοβουλίες ,όπως η από κοινού με γνωστούς καλλιέργεια γης στην Εύβοια, προσπάθειες που στην πορεία αποτυχαίνουν. Τελευταίο αποκούμπι η δίδυμη αδελφή του Μαρία, η οποία έχοντας εργασιακή εμπειρία, ανοίγει μαζί του ένα κατάστημα χαρτικών και αναλώσιμων ειδών γραφείου.
Ο Γιώργος παύει πλέον να επικοινωνεί μαζί μου, αλλά τα ίχνη χάνονται εν γένει και από άλλους γνωστούς και φίλους.Τυχαία βλέπουμε κάποιες σπασμωδικές αναρτήσεις του σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου εν μέσω καραντίνας λόγω πανδημίας του κορωνοϊού δηλώνει ότι: έχω παραισθήσεις παντού βλέπω γύρω μου χειρούργους.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου