Κριτικό σημείωμα - ΦΙΛΟΙ ΑΦΥΛΟΙ - ΡΟΥΛΑ ΒΟΥΡΑΚΗ
» Αριστείδης Αρχοντάκης, Εκδόσεις Σμίλη
Στο τοπίο των σχέσεων, βραχώδεις εκείνες που αντέχουν, σμιλεύονται από τον χρόνο λείες, αλμυρές και διψασμένες κάτω από τον ήλιο που κάθε περιττό πετάει – ακόμα και το φύλο – γνήσιες να λιάζονται στο φως, ελεύθερες απ’ ό,τι τις βαραίνει, διάφανες απ’ ό,τι τις χωρίζει να ξεχωρίζουν μονάχα ανάμεσά τους φίλοι αληθινοί – φίλοι άφυλοι. Το ομώνυμο βιβλίο του Αριστείδη Αρχοντάκη από τις εκδόσεις Σμίλη, περισσότερο από μια συλλογή ηθοπλαστικών διηγήσεων είναι ένα κάλεσμα ψυχής σε δείπνο αναμνήσεων… Και όλοι εμείς που λίγο ως πολύ αναγνωρίσαμε κάτι από τον εαυτό μας στους χαρακτήρες του βιβλίου και συγκινούμαστε ή μειδιούμε με τη συγγραφική του προέκταση, δεν νιώθουμε τίποτα λιγότερο από βαθιά τιμή γι’ αυτή τη θέση που τρυφερά μας δένει στον κάβο της λογοτεχνίας, να ζούμε δεύτερη ζωή. από της πένας την καρδιά στο διαρκές.
Οι φίλοι μοιάζουν με τις μπανανιές δίπλα στις φυτείες του καφέ προσφέροντας τη σκιά και το νερό τους στο πιο ευπαθές φυτό. Με αυτήν την αναλογία που δανείζεται εν μέρει από τον κολομβιανό Χουάν Γκάμπριελ Βάσκες θέλησε ο συγγραφέας – αφηγητής θέλησε να εξηγήσει τον ευεργετικό ρόλο των δικών του φίλων στην ψυχή του, αλλά και στην έμπνευση του βιβλίου του: «Φίλοι Άφυλοι». Κι ενώ το μικροκλίμα των φυτειών μάς μεταφέρει εικονοπλαστικά στο αντίστοιχο των φίλων, η από ψυχής κατάθεση του Αριστείδη Αρχοντάκη στο Επίμετρο του βιβλίου δεν αποσυμβολοποιεί απλώς, τα συσχετιζόμενα αλλά κυριολεκτικά μας αιχμαλωτίζει.
«Η ζωή μου συγκεράστηκε από τις αγωνίες τους και τα όνειρά τους, τότε που εγώ αναζητούσα διέξοδο σε έναν δρόμο αδιέξοδο». Έτσι προέκυψε η συλλογή διηγημάτων «Φίλοι Άφυλοι», ένα σπονδυλωτό βιβλίο μικροαφηγημάτων που εστιάζουν σε πρόσωπα του φιλικού περίγυρου από τα οποία αφορμάται η συγγραφική έμπνευση για να προσδώσει ακολούθως, προσωπογραφώντας, τις διαστάσεις που έχει επιλέξει για κάθε έναν από τους βασικούς ήρωες.
Οι λογοτεχνικοί χαρακτήρες με τους οποίους έχει την ευκαιρία να συστηθεί ο αναγνώστης του βιβλίου είναι συνολικά εννιά με τη ζυγαριά να γέρνει προς τους ανδρικούς – επτά στον αριθμό: Γρηγόρης, Τζόνυ, Μήτσος, Τζο, Νίκος, Ραφαέλο, Γιώργος – ενώ από τους δύο γυναικείους ο ένας παραμένει ανώνυμος και ως εκ τούτου καθολικός, κάτω από τον τίτλο: «50+1». Μέσα απ’ αυτόν τον γυναικείο χαρακτήρα η αφηγηματική φωνή αγκαλιάζει κάθε γυναίκα της ίδιας ηλικίας και καθώς μάλιστα της απευθύνεται σ’ αυτό το συγκινητικά υπέροχο δεύτερο ενικό πρόσωπο εδραιώνει μια σχέση γνήσιας, βαθιάς και αληθινής οικειότητας ίδιας ή ανάλογης με αυτήν που συνδέει τον αφηγητή με την κεντρική ηρωΐδα. Οι δύο γυναικείοι χαρακτήρες που κλείνουν την αυλαία των αφηγούμενων καλύπτουν ηλικιακά το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζώνης των γυναικών από τη νεότητα έως τη μέση ηλικία και ξεχωρίζουν για την αβρότητα της εξωτερικής εστίασης ο πρώτος με το όνομα Λίλιαν που επενδύεται με την κομψότητα ωραίων επιθέτων και για τη λεπτή δεξιοτεχνία εσωτερικής εστίασης ο δεύτερος, που φωτίζεται και αποκρυπτογραφείται, καθώς αριστοτεχνικά ιχνηλατείται ψυχικά.
Οι ανδρικοί χαρακτήρες από την άλλη είναι εκπρόσωποι της μέσης αστικής ημιαστικής και ορεσίβιας ακόμα κοινωνικής ομάδας, μοναχικοί νεανίες ή παιδιά πολυμελούς οικογένειας που επενδύουν στην εικόνα τους περισσότερο παρά στη μόρφωση ως αμετανόητοι ναρκισσιστές. Τη συνισταμένη των ιστοριών στααφηγήματα που πρωταγωνιστούν αυτοί οι χαρακτήρες συγκρατεί η ανδρική φύση η οποία άλλοτε καταπιεσμένη, άλλοτε αμφιλεγόμενη ή υπερτιμημένη ζητά επιβεβαίωση της ταυτότητάς της ή διέξοδο από τα δεσμά της. Αποκαλύπτεται άμεσα, κατά συγγραφική επιλογή, μέσα από τις αφηγούμενες περιπέτειες της πρώτης νιότης κι έμμεσα από το αφηγηματικό σχόλιο πάνω σε στάσεις και συμπεριφορές του ανδρικού φύλου που επιδιώκει επίμονα κι επιδεικτικά τον προσδιορισμό του.
Από την άλλη, αθόρυβα και αρκούντως διακριτικά, η αφήγηση δίνει χώρο στον ανδρικό χαρακτήρα να ξεδιπλωθεί σεμνά μπροστά σε μια βιτρίνα γυναικείων εσωρούχων ή να αναδειχτεί απενοχοποιημένα σε ηδονικές στιχομυθίες ανδρικών φιλοφρονήσεων. Κατ’ ανάλογο τρόπο η συγγραφική πένα με ιδιότητες μαγικού χρωστήρα φιλοτεχνεί με καλλιτεχνική ευαισθησία το πορτρέτο των ανδρικών χαρακτήρων, καταφέρνοντας από τη μια να συμπυκνώσει τη μνήμη του αφηγητή στο διαμαντάκι που κοσμεί τον λοβό του αυτιού του όμορφου Νίκου, ενώ από την άλλη εστιάζει φαντασιακά στο χρυσό χαλκά του χαλίφη Τζο, υποδηλώνοντας πολύ περισσότερο από μια απελευθερωμένη ανδρική αισθητική εκ μέρους του συγγραφέα – αφηγητή, μια ώριμη και χειραφετημένη συνείδηση για το ζήτημα της ταυτότητας του φύλου.
Στην απόληξη του ιδεολογικού αυτού προσανατολισμού εντάσσεται και η συγγραφική σύλληψη του τίτλου: «Φίλοι Άφυλοι» όπου το στερητικό «α» δεν καταργεί, ούτε ακυρώνει, αλλά εξισώνει στο όνομα της γνησιότητας που σημασιοδοτεί κάθε ποιοτική διαπροσωπική σχέση, πόσο μάλλον φιλική. Δίφυλες άλλωστε ή άφυλες μορφές, προϊόν της συγγραφικής φαντασίας Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών μπολιάζουν συμβατά με τον σουρεαλισμό τον οίστρο του δημιουργού τόσο ώστε να κατανοεί, να δέχεται και να αποδέχεται τη διαφορετικότητα στη φύση των ανθρώπων και των πραγμάτων και γιατί όχι να προτείνει μια εναλλακτική εκδοχή στην ερμηνεία τους.
Μέσα απ΄αυτήν μπορεί να εξηγηθεί μεταξύ άλλων και η άποψη ότι στην ανθρώπινη φύση συνυπάρχουν παλίντονα αρμονικά και τα δύο φύλα με διαφορά στις αναλογίες, απλώνοντας ένα πέπλο δημιουργικής πολυσημίας για πολλούς συνανθρώπους. Στην περίπτωση πάντως του βιβλίου διατυπώνεται ήπια ο εν λόγω προβληματισμός ως πλάγια ερωτηματική διαπίστωση μέσα από την οποία ο συγγραφέας – αφηγητής μοιράζεται την απορία του με τους αναγνώστες του: «Δεν ξέρω αν θα παραμείνει το ερωτηματικό σε όσους τον γνωρίζουν».
Το επικοινωνιακό αυτό πλαίσιο που συνηγορεί υπέρ της αναγνωστικής ανταπόκρισης κερδίζει τον αναγνώστη ως οικεία ηθογραφικό με ψυχογραφικές ακρώρειες. Διαχέει την αφήγηση αβίαστα φυσικό, λιτό και έξυπνα φαιδρό λίγο πριν γίνει τραγελαφικό για να ακτινογραφήσει έμμεσα τους χαρακτήρες του ή να καταλήξει σπιρτόζικα σαρκαστικό απογειώνοντας τη συγγραφική φαντασία για χάρη του αναγνώστη. Τέτοια είναι η περίπτωση του χαλίφη Τζο όπου η εικονοπλαστική περιγραφική του απόδοση με χρώμα ανατολής χαρίζει μια παραμυθιακή ατμόσφαιρα – έστω παρενθετική – στο σύνολο της ρεαλιστικής αστικού τύπου αφήγησης.
Στις αρετές του βιβλίου: «Φίλοι – Άφυλοι» συγκαταλέγεται μεταξύ άλλων, και είναι καλό να αναφερθεί, το ανατρεπτικό τελείωμα ορισμένων αφηγημάτων, αντιπροσωπευτικό του είδους των μικροκειμένων – τύπου μπονσάι – που εναλλάσσουν έντεχνα σε μικρές δόσεις, τα σημεία της αφηγηματικής τέχνης με αποκορύφωμα το ξάφνιασμα στον επιλόγο που κερδίζει τον αναγνώστη.
Οι Φίλοι Άφυλοι πάντως, ένα βιβλίο χαρακτήρων με βιωματικό χαρακτήρα και ψυχικό αποτύπωμα φιλικής πράξης και στάσης ζωής είναι και το ίδιο από μόνο του ένας χαρακτήρας . κι όπως καθετί που ‘χει μέσα του ζωή, έχει και μερίδιο σε προτερήματα και ελαττώματα, δικαιούται μαζί με όλα αυτά και μια θέση στη μνήμη της καρδιάς των φίλων, έτσι απλά για να μη συμβεί, αυτό για το οποίο προειδοποιεί ο Ρομπέρτο Μπολάνιο στο περικείμενο του βιβλίου: «Μετά άρχισαν να ξεχνάνε τον ίδιο τους τον εαυτό, αυτό δηλαδή που συμβαίνει σε όποιον ξεχνάει τους φίλους του».
*Η Ρούλα Βουράκη είναι Φιλόλογος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου