Που να γυρίζουν οι καιροί; ΟΡΣΑ ΔΡΕΤΑΚΗ

διήγημα Θα σας πω μιά ιστορία. Όλα θα τα ‘χει αυτή η ιστορία. Και ορατά και αόρατα. Και ταξίδια πολλά. Και όλους τους Έρωτές μου, τότε που ήμουν δράκος. Δεν ξέρω που να γυρίζουν οι καιροί. Αλήθεια. Πού να γυρίζουν οι καιροί άραγε. Και τώρα, τι θα κάνουμε χωρίς τους καιρούς ; Καθώς αυτά ξεπετάγονταν χορεύοντας, μέσα από πεθαμένους καπνούς, ένα ξωτικό είπε : Θα φτιάξουμε άλλους καιρούς. Και τι νόημα θα έχει αν μοιάζουν με τους παλιούς ; είπα εγώ. Και πού ξέρεις ότι θα μοιάζουν με τους παλιούς ; είπε το ξωτικό. Μα αφού θα έχουν το ίδιο όνομα, μπορεί να έχουν και το ίδιο νόημα, είπα εγώ. Λάθος κάνεις, είπε το ξωτικό. Απλά θα είναι συνονόματοι. Εγώ εδώ, δεν είχα να πω τίποτα. Γι’ αυτό έστριψα ένα τσιγάρο και χάζευα το σκοτάδι. Σκέφτηκα πως έχω τα παράθυρά μου ανοιχτά. Χωρίς κουρτίνες. Και μπαίνουν τ’ άστρα. Και το σκοτάδι. Και βλέπω το αντιφέγγισμα της βροχής. Και τα χαϊδεμένα λόγια των ανέμων. Ίσως να σταματήσουν οι καιροί να γυροφέρνουν. Και να γυρίσουν τελικά, κοντά μου, με το όμορφο πρόσωπό τους. Αφού θα έχουν βγάλει όλες τις μάσκες τους. Και πού ξέρεις πως οι καιροί έχουν πρόσωπο ; είπε το ξωτικό. Αυτό δεν το είχα σκεφτεί. Άραγε έχουν οι καιροί πρόσωπο ; Ή είναι μόνο μάσκες που χορεύουν. Δεν ξέρω γιατί, αλλά θυμήθηκα το μαύρο θέατρο της Πράγας, ξαφνικά. Λες οι καιροί να μην είναι τίποτε άλλο, από μιά μεταμφίεση, χωρίς κάποιο πρόσωπο μέσα τους ; Λες ; Α, μπράβο, είπε το ξωτικό. Σηκώθηκα σιγά σιγά. Η νύχτα είχε προχωρήσει πολύ. Πάντα προχωρά πολύ η νύχτα. Είναι το χαρακτηριστικό της αυτό. Κοίταξα έξω από το παράθυρό μου. Δεν έχει κουρτίνες όπως είπα. Απ’ έξω αχνοφέγγιζαν τα φώτα του κόσμου μου. Μικρός είναι ο κόσμος μου. Σαν ένα μικρό τάγκο. Κάπου χαμένο. Στις τρελές γειτονιές. Γεμάτος τρελές γειτονιές είναι ο κόσμος τούτος. Τα πιο ασυνήθηστα λόγια, είναι και αυτά που λέγονται με την πιό απλή φυσικότητα. Δεν ξέρω. Τα ταξίδια είναι πολλά. Κάθε ταξίδι και κάθε άνθρωπος, έχει ένα τραγούδι, ένα χορό, ένα φιλί, μιά γέννα και ένα φευγιό. Μα πού να γυρίζουν οι καιροί άραγε; Κι εγώ που δεν περιμένω τίποτα, περιμένω τα πάντα τελικά. Πάντα έτοιμος. Όπως όλοι οι έμπειροι ταγκιέρο του κόσμου τούτου. Περίεργο. Αλλά πιστεύω ακόμα. Πως εγώ, μπορώ να ξέρω που γυρίζουν οι καιροί. Είναι σίγουρο πως κάπου σκοτώνονται. Για μιά παραγγελιά. Των παλιών κόσμων. πηγή: Χανιώτικα νέα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις